Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
ήξω — (AM ἥξω) (μέλλ. τού ήκω) φρ. «ἡξεις αφήξεις» λέγεται για διφορούμενα και ασαφή πράγματα (α. «πού να τόν καταλάβεις, όλο ήξεις αφήξεις τά λέει» β. «ἥξεις ἀφήξεις οὐ θνήξεις ἐν πολέμῳ» χρησμός με τον οποίο η Πυθία προφήτευε τον θάνατο ή τη διάσωση… … Dictionary of Greek
σιβυλλιστής — ὁ, Α 1. αυτός που πίστευε στη Σίβυλλα 2. αυτός που προφήτευε το μέλλον με βάση τα σιβύλλεια βιβλία 3. (κατ επέκτ.) μάντης, προφήτης. [ΕΤΥΜΟΛ. < Σίβυλλα + κατάλ. ιστής*] … Dictionary of Greek
όλμος — Πυροβόλο με μήκος κατώτερο των δέκα διαμετρημάτων και βασικά χαρακτηριστικά τη χαμηλή αρχική ταχύτητα των βλημάτων του και τη μεγάλη καμπυλότητα της τροχιάς τους. Η βολή του ό. γίνεται με γωνίες ύψωσης ανώτερες των 45° και συνεπώς με μεγάλες… … Dictionary of Greek
Ανθηδών — Αρχαία πόλη της Βοιωτίας στον Ευβοϊκό κόλπο. H ονομασία της προέρχεται είτε από μια ομώνυμη νύμφη είτε από τον Άνθα, γιο του Ποσειδώνα και της Αλκυόνης. Η πόλη ήταν μέλος της Βοιωτικής ομοσπονδίας. Είχε άλσος των Καβείρων και ιερό της Δήμητρας… … Dictionary of Greek
Ευρυκλής — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος τερατολόγος και εγγαστρίμυθος (5ος αι. π.Χ.). Ισχυριζόταν πως μέσα του κατοικούσε δαίμονας που προφήτευε με το στόμα του. Με αυτόν τον τρόπο εξαπατούσε τα πλήθη που τον πίστευαν και τον θαύμαζαν. Από τότε… … Dictionary of Greek